- άφιππος
- ἄφιππος, -ον (Α)1. άπειρος, ασυνήθιστος στην ιππασία2. αυτός που δεν έχει ιππικό3. (για τόπο) ακατάλληλος για ιππασία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἄφιππος — unsuited for cavalry masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄφιππον — ἄφιππος unsuited for cavalry masc/fem acc sg ἄφιππος unsuited for cavalry neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀφίπποις — ἄφιππος unsuited for cavalry masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀφίππους — ἄφιππος unsuited for cavalry masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀφίππων — ἄφιππος unsuited for cavalry masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀφίππῳ — ἄφιππος unsuited for cavalry masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄφιππα — ἄφιππος unsuited for cavalry neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄφιπποι — ἄφιππος unsuited for cavalry masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ίππος — I Μονάδα μέτρησης της ισχύος που συμβολίζεται με CV (γαλλικά, Cheval Vapeur) ή HP (αγγλικά, Horse Power). H μονάδα CV χρησιμοποιείται κυρίως για τη μέτρηση ισχύος μηχανών και ισούται με 75 χιλιογραμμόμετρα ανά δευτερόλεπτο ή 736 W. Ο βρετανικός ι … Dictionary of Greek
αφιππία — ἀφιππία, η (Α) [άφιππος] αδεξιότητα στην ιππασία … Dictionary of Greek